Έβρεχε.. έβρεχε και το χωριό πλημμύριζε. Οι κάτοικοι έφευγαν με βάρκες να γλυτώσουν. Ένας βαρκάρης είδε μια οικογένεια και πήγε να την σώσει.
- Ελάτε θα πνιγήτε.
- Όχι δεν ερχόμαστε, πιστεύουμε στον θεό, είμαστε δούλοι του και αυτός θα μας σώσει.
Η βάρκα έφυγε.
Το νερό ανέβαινε, σκέπασε το σπίτι και η οικογένεια για να γλυτώσει ανέβηκε στα κεραμίδια.
Τους είδε ένα ελικόπτερο, πήγε από πάνω τους και τους πέταξε ανεμόσκαλα.
- Ελάτε θα πνιγήτε.
- Όχι δεν ερχόμαστε. Πιστεύουμε στον θεό, είμαστε δούλοι του και αυτός θα μας σώσει.
Το ελικόπτερο έφυγε.
Το νερό ανέβηκε και πνίγηκαν όλοι, οι ψυχές τους ανέβηκαν στον ουρανό και πήγαν να διαμαρτυρηθούν στον θεό.
- Γιατί θεέ μου μας έπνιξες; Είμαστε τόσο καλοί χριστιανοί κι είχαμε εμπιστοσύνη σε σένα οτι θα μας σώσεις.
Κι ο θεός απαντά:
- Δεν ξέρω κι εγώ τι έγινε... είχα στείλει μια βάρκα.. ένα ελικόπτερο...