Μια Κυριακή ξυπνάει ένας τύπος και διαπιστώνει ότι έχει χάσει το καπέλο του. Αφού έφαγε λοιπόν τον κόσμο και δεν το βρήκε, αποφάσισε να πάει στην εκκλησία μήπως και μπορέσει να βουτήξει κανένα.
Πράγματι πηγαίνει και πέφτει πάνω στην ώρα που ο παπάς, ανεβασμένος πάνω στον άμβωνα, έκανε ένα ζωηρό και αυστηρό κήρυγμα για τις δέκα εντολές. Αφού άκουσε το κήρυγμα με προσοχή ο άνθρωπός μας έδειξε να ενθουσιάζεται πολύ, τόσο μάλιστα που μόλις τελείωσε ο παπάς, σήκωσε το χέρι του και είπε:
- "Δέσποτά μου με έσωσες από αμαρτία! Να φανταστείς ότι είχα έλθει στην εκκλησία με σκοπό να κλέψω ένα καπέλο και αφού άκουσα το κήρυγμά σου αποφάσισα να μην το κάνω."
- "Συγχαρητήρια τέκνο μου", του είπε ο παπάς. "Και ποιο σημείο της ομιλίας μου σε έκανε να αλλάξεις γνώμη και να πάρεις αυτή τη μεγάλη απόφαση;"
- "Αγιε πατέρα μιλούσες για τις δέκα εντολές και όταν έφθασες στην "ΟΥ ΜΟΙΧΕΥΣΕΙΣ", θυμήθηκα που είχα αφήσει το καπέλο μου!