Το λιοντάρι μετά το φαγητό ψάχνει απεγνωσμένα κάποιον για να παίξει. Ο πίθηκος πάνω στο δέντρο αρνείται φοβούμενος το μοιραίο.
- Κατέβα λίγο να παίξουμε, παρακαλάει το λιοντάρι.
- Ούτε να το σκέφτεσαι. Θα με φας!
- Μα μόλις έφαγα. Σου ορκίζομαι ότι δεν θα σε πειράξω.
- Μόνο αν δέσεις και τα τέσσερα πόδια σου θα κατέβω!
Τι να κάνει το λιοντάρι, δένεται.
Κατεβαίνει ο πίθηκος και αντί να παίξει με το λιοντάρι το αρχίζει στο φικι φικι.
Τρελαίνεται το λιοντάρι και αρχίζει να χτυπιέται μέχρι που λύνεται και παίρνει στο κυνήγι τον πίθηκο.
Ο πίθηκος χώνεται σε ένα πάρκο βρίσκει μια εφημερίδα σε ένα παγκάκι και κάνει ότι διαβάζει.
Έρχεται το λιοντάρι και ρωτάει:
- Συγνώμη κύριε, μήπως είδατε ένα πίθηκο;
Λέει ο πίθηκος:
- Ποιόν αυτόν που πήδηξε το λιοντάρι;
Και λέει το λιοντάρι:
- Όχι ρε πούστη μου, το γράψανε κιόλας και οι εφημερίδες;